Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

ΠΕΡΑΣΜΑ


Ακόλουθοι στο πέρασμά τους
Σημάδια μιας χρήσης κοινής της ζωής
Χαρτιά τσαλακωμένα στο φόρτο της στιγμής
Περιτυλίγματα μιας εφήμερης ευωχίας
Και αλουμίνια άδεια χαλκεύοντας
Φτηνές αντηχήσεις αιώνων σαν φόρο

Συν, ό,τι αδιάβατο, αδιάβαστο
Ανιστορούν τα σκουπίδια
(Οστά γεγυμνωμένα, σκόνη
Κρανία για να παίζουν μπάλα τις κεφαλές τους
Οι μωροί της Ιστορίας
Κλωτσώντας ό,τι πολυτιμότερο κάποτε υπήρξε
Ανυποψίαστοι τώρα και βέβηλοι ισχυροί)

Ο,τι μιά ζωή αφήνει πίσω της
Ζεστό ακόμα χωρίς σημασία καμιά
Για άλλον κανέναν από τον κάτοχο
Μιας χρήσης που κι αυτή την
Απεκδύεται μαζί με την πνοή

Μιας χρήσης που κι αυτή
Μαζί του αποδεικνύεται
Συντομότερη κι από πνοή

ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ (απόσπασμα (44) από το ΠΕΡΑΣΜΑ)

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009

MY WAY...



     Η Λ Ε Κ Τ Ρ Α


Αυτή η ισόβια νεότητα που βγάζουν τα μάτια σου, 


με το κράμα φόβου και δύναμης, με προκαλεί. 
Να βάλω το νυστέρι όλο και βαθύτερα.
Το πρόσωπό σου εικονίζει τις τόσες εντάσεις, τον έρωτα, 
το θάνατο, την ομορφιά, την ανάταση, 
χιλιάδες έκπτωτους αγγελιαφόρους αγγέλους. Τη ζωή. 
Εσύ το ξέρεις, οτι υπάρχουν άνθρωποι, με βαθύ ενσυνείδητο σχίσμα εαυτού. 
Αυτό του ποιητή και του άλλου, του καθημερινού ανθρώπου της επιβίωσης. 
Εσύ το ξέρεις ότι Ποίηση δεν είναι απλά γραφή. 
Είναι το μεγαλύτερο. Το πιο βαθύ. Το μέγα.. Είναι στάση ζωής. 
Αξίες, αρχές, ανάλωση στην ένταση, στο πάθος. 
Οικοδόμημα με το πρώτο πετραδάκι στα θεμέλια πριν την εφηβεία. 
Και χτίσιμο συνεχές. Εως θανάτου. Ετσι κι εκεί, δυσκολεύουν τα πράγματα. 
Οταν λειτουργεί αυτό το δυσυπόστατο τεράστιο ανθρωπάκι στην καθημερινότητα  
για την επιβίωση, το ποιητικό υπόστρωμα το κάνει να γυρίζει την πλάτη στα μικρά, 
που όμως έχουν τόση σημασία στη ζούγκλα της επιβίωσης. 
Κι εκεί παίζεται ένα σκληρό, αμείλικτο παιχνίδι. 
Οταν στην επιφάνεια έρχεται ο ποιητής 
- που ξέρει καλά τι αξίζει τον κόπο και γιατί -  
μπαίνει στο αέναο παιχνίδι των ψυχοφθόρων εναλλαγών και θέλει, 
πρέπει να το δαμάσει για να υπάρχει. Δεν πονάει αυτή η διαδικασία. 
Είναι συνήθεια πιά. 
Ο ποιητής αποστρέφεται πολλά από την καθημερινότητα και τις διεκδικήσεις, 
που δεν έχουν τελικά αξία 
– σε βεβαιώνω γι αυτό - 
κι έτσι χάνονται καμιά φορά μάχες καθημερινότητας. 
Απλά, γιατί δεν έχουν δικαιολογία. Πώς να αγωνιστείς έναντι και εναντίον, 
όταν δεν δικαιολογείς τον αγώνα; 
Και ξέρεις, εδώ δεν υπάρχουν λογικές και αναλύσεις. 
Υπάρχει μια βαθύτερη δύναμη που σε εξουσιάζει. 
Λες κι είσαι ταγμένος σε κάτι και δεν του είσαι συνεπής. 
Ετσι  και  μόνο γι αυτό οι ενοχές. 
Τότε λέω για δικαιολογία ότι εντάξει δεν γράφω τώρα, αλλά ζώ. 
Κι εδώ που τα λέμε… επιβίωσα. 
Γιατί έφτιαξα τη δική μου πατρίδα 
– ένα κομμάτι ουρανού ίσως - 
και κούρνιασα εκεί και την πίστεψα και καλύφτηκα και την προστατεύω. 
Δεν πουλιώνται και δεν πουλήθηκαν ποτέ οι πατρίδες, 
γιατί δε μετρήθηκε η αξία τους ποτέ, 
γιατί δε χωράνε σε συναλλαγές και τιμήματα, 
γιατί είναι επιούσιες, μεγάλες, υπέρτατες, μοναδικές. 
Γιατί τις κατοικούμε εμείς, εγώ, εσύ, και τόσοι άλλοι. 
Γι αυτό δε νιώθω μόνος.  Μοιάζουμε πολύ. 
Εγώ με ένα μολύβι κι εσύ με το χρωστήρα τις νύχτες. 
Με το βλέμμα στο χάραμα κι ένα γλυκό κάματο στην ψυχή. 
Λυτρωτικό και γαλήνιο. Με μπόλικες υπερβάσεις και ξαφνιάσματα. 
Αλλά και υπέροχες, την άλλη μέρα, ανακαλύψεις. 
Εκεί οι καταβυθίσεις και τα πετάγματα. 
Οι υπέρτατες δικαιολογίες ύπαρξης και έρωτας. 
Παθιασμένος, αλλόφρων, ήπιος, γλυκός, τραχύς, άλογος και κυρίως μέγας.
 Ο μεγάλος καλλιτέχνης, δίνει πάντα το περίσευμά του είπε ο Ουέλς. 
Και μείς θα πούμε, σαν τον Υβ Μοντάν στο ασθενοφόρο 
που δεν τόν έφτασε ζωντανό στο νοσοκομείο: 
Πείτε στους φίλους μου γειά χαρά, Πέρασα πολύ ωραία. 
Η σαν την Ελένη Βλάχου που είδε το θάνατο αποχαιρετισμό 
από υπέροχη συγκέντρωση σε σπίτι γιορτινό. 
Και φεύγοντας λέει στον οικοδεσπότη: Ευχαριστώ. Ηταν πολύ ωραία. 
Αυτό το περίσευμα, μας… περίσεψε Ηλέκτρα. 
Οσο για το έργο μας, ας το κρίνουν άλλοι. 
Κι έπειτα, δεν το κρύψαμε σεμνά δεκαετίες; 
Οταν είδες τα κείμενα είπες: 
Μα θα τολμήσεις να τα βγάλεις στον κόσμο αυτά;
Θα ξεγυμνωθείς τόσο; 
Θυμάσαι Ηλέκτρα; Τότε σου μίλησα για τη μικρή μας επανάσταση. 
Αυτή, του να μην ντρεπόμαστε για τις ευαισθησίες μας. 
Σου είπα, ότι δεν θέλω να γίνω σαν τους ερωτευμένους, 
που ντρέπονται και κρύβουν την ανθοδέσμη, 
μη και τους δει κανείς στο  δρόμο για το σπίτι της αγαπημένης. 
Και γέλασες. Στιγμές εξομολογήσεων… 
Ηθελες πάντα να υπάρχεις μέσα από το δώσιμο. Σεμνά. Αφανώς. 
Οπως ο μεγάλος Τάσος Λειβαδίτης, 
που έλεγε ότι ο δημιουργός μιλάει μέσα από το έργο του. 
Και γέμιζε η ψυχή σου χαρά και δικαιολογίες ύπαρξης, 
όταν το δώσιμό σου είχε αποτέλεσμα κι ας μην αναγνωρίζονταν. 
Πόσες φορές τους βλέπω να χαλαρώνουν δουλεύοντας σκληρά, 
γιατί έτσι γυρίζουν την πλάτη στις προσωπικές ενδοσκοπήσεις. 
Σε μένα τα πράγματα ήταν πάντα περίεργα.  Δεν επιδίωξα τίποτα
- εύκολα θα με χαρακτήριζαν άνθρωπο χωρίς στόχους -
 και τα πράγματα έτρεχαν μόνα τους. 
Mου πρότειναν διάφορα κι εγώ έλεγα ένα ναι ή ένα όχι. 
Eτσι ανέβηκα κάποτε τη σκάλα της ιεραρχίας τους. 
Γνωρίζοντας το φρούδο της όλης ιστορίας, 
πώς και πόσο γρήγορα μπορούν να σε ρίξουν από τη σκάλα τους 
και αυτοσαρκαζόμενος, περιγελώντας τίτλους κι αξιώματα, προχωρούσα. 
Φθορά μου η επανάληψη. Πολυτεχνίτης. 
Αρκεί να μην επαναλαμβάνομαι, γιατί εκεί κρύβεται η μεγάλη αρρώστεια.
 Oπως οι επαγγελματικές φιλοδοξίες, 
που σε κάνουν δούλο κι όταν ανακαλύψεις τη ματαιότητα των... 
βημάτων στην επιτυχία, τότε είναι πολύ αργά. 
Η ζωή έχει φύγει μέσα από μία ρουτίνα ανεξέλεγκτη. 
Και χωρίς να αφήνεις τα σημάδια σου… 
Δεν είπαν οι αρχαίοι μας ότι η ματαιοδοξία στο δημιουργό είναι κινητήρια δύναμη;  
Ετσι, νιώθω ότι γίνομαι όλο και πιο ψύχραιμος στα πράγματα, 
μέσα από κοπιαστικούς δρόμους ενδοσκοπήσεων 
και πετάω συνέχεια ότι δεν αξίζει πραγματικά τον κόπο. 
Aξίζουν τόσο λίγα πράγματα να δώσεις τον κόπο σου, τη λύπη, τη χαρά σου, 
τον  ελάχιστο τελικά χρόνο σου. 
Και μην ξεχνάς αγαπημένη
Οσο θα αποδέχεσαι τις αλήθειες ως μη μοναδικές, 
ως πάντα αυτοαναιρούμενες .
Οσο θα απέχεις από ιδεολογικά κατασκευάσματα που φυλακίζουν τη σκέψη. 
Οσο θα νιώθεις ότι παίρνεις και δίνεις γνώση.
Οσο θα κοιτάζεις τον άλλο στα μάτια και κάτι θα συμβαίνει μέσα σου.
Οσο θα μπορείς να εκφράζεσαι.
Οσο θα αγαπάς και θα το νιώθουν οι διπλανοί σου.
Οσο θα επιβεβαιώνεις την ύπαρξή σου μέσα από το δώσιμο.
Οσο η αγκαλιά σου θα αισθάνεται τη ζεστασιά ενός άλλου ανθρώπου.
Οσο θα επιζητούν οι άνθρωποι τη συντροφιά σου.
Οσο τα εκφραστικά σου μάτια θα ιστορούν ότι πραγματικά έζησες.
Οσο η εύθραυστη εικόνα σου θα αποπνέει γαλήνια δύναμη.
Τόσο θα έχεις δικαιολογία ύπαρξης και θα παραμένεις 
επί της ουσίας και ισόβια νέα.
Ηλέκτρα,  εδώ τελειώνει και τούτη η αποφλοίωση.
Χ Α Ι Ρ Ε
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΑΤΖΗΣ 
(Απόσπασμα από το βιβλίο : Προς Δέκα επιστολή - Τα ανεπίδοτα)






Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

ΔΙ' ΕΥΧΩΝ....Ο ΕΥΧΕΤΗΣ !!


Κοσμοσυρροή για τον … Ευχέτη του Γ. Δουατζή
Με μια εντυπωσιακή σε όγκο προσέλευση κόσμου, έγινε στο βιβλιοπωλείο Ιανός, 
η παρουσίαση του βιβλίου «Μη φεύγετε κύριε Ευχέτη» του Γιώργου Δουατζή, 
από τον  Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη. 

Οι ομιλητές είπαν μεταξύ άλλων, κατά τη σειρά ομιλίας τους:

Κώστας Γεωργουσόπουλος:
 «Σήμερα έχουμε τη μεγάλη χαρά να παρουσιάζουμε ένα ιδιότυπο είδος λογοτεχνίας. Πραγματικά ιδιότυπο και μάλιστα θα έλεγε κανένας 
πρωτότυπο στη δική μας ιστορία της λογοτεχνίας. 
Δεν θα διστάσω να πω ότι καταγωγικά το είδος αυτό 
ξεκινάει από την Πλατωνική φιλοσοφία …
είναι μια πεζογραφία στοχαστική, διαλογικής μορφής. 
Πιστεύω ότι το βιβλίο αυτό είναι ένα είδος λυτρωτικής σχιζοφρένειας. 
Από τη μια μεριά είναι ένας δημοσιογράφος, είναι και ένας ποιητής, 
που πιθανό να είναι τα δυο πρόσωπα του Ιανού, του Γιώργου Δουατζή. 
Αυτό το βιβλίο, εγκαινιάζει μια στοχαστική λογοτεχνία, 
που σχεδόν κάθε μία παράγραφος και κάθε μία ερωταπόκριση, 
είναι σχεδόν ένα είδος γνωμικού, κατασταλάγματος πείρας …
έχει θεατρικότητα, δηλαδή υπάρχει μια σύγκρουση ιδεών, 
δεν υπάρχει σύγκρουση χαρακτήρων, μέσα όμως από αυτά πηγάζουν 
και οι χαρακτήρες και η στάση ζωής και οι εμμονές και οι ψευδαισθήσεις. 
Εύχομαι να έχει συνέχεια αυτό το βιβλίο, 
παρόλο ότι νομίζω ότι είναι το καταστάλαγμα μιας πορείας ποιητικής ενός ανθρώπου, 
ο οποίος τελικά κατέγραψε, όπως τελικά καταγράφουν οι καλλιτέχνες, 
ζωγράφοι ή μουσικοί την εμπειρία τους από τη δημιουργική πράξη, 
που είναι η ίδια καθαυτή η ποίηση».

Νίκος Κωνσταντόπουλος: 
«Ο Γιώργος Δουατζής δεν επεξεργάζεται το λόγο του, στην κλειστή κάμαρη, 
κοιτώντας από το παράθυρο τη βουή ή την ερημιά των δρόμων. 
Είναι στο δρόμο. Κι οδοιπορώντας μόνος ή μέσα στο πλήθος, 
καταγράφει τα βιωματικά τεκμήρια του στοχασμού του, 
εμπνέεται την αυθεντική έκφραση της πνευματικής και συνειδησιακής έξαψης.
       Συγγραφείς όπως ο Δουατζής και πνευματικά έργα, όπως το βιβλίο του 
«Μη φεύγετε, κύριε Ευχέτη» επαναπροσδιορίζουν το ρόλο και την προσφορά του διανοούμενου στην κοινωνία. Έχει αυτή την αρετή το μυθιστόρημα του Δουατζή. 
Φτάνει τον προβληματισμό του, ατόφιο και ζωντανό, 
ως το τέλος, μέχρι τον αναγνώστη. 
Αναγκάζει τον αναγνώστη να ανοίξει ειλικρινή συνομιλία σε πολλά επίπεδα, 
να αναζητήσει τους πολλούς εαυτούς, που έχει μέσα του, 
να αποκαλύψει τον εσωτερικό χρόνο, που τρέχει διαφορετικά από τον πραγματικό.
      Ο Δουατζής στον Ευχέτη, σου δείχνει ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μην σε αφορά. 
Με αδρή διατύπωση, που προϋποθέτει σωστή, συστηματική δουλειά με τη γλώσσα, 
όχι ως τεχνική γραφής, αλλά ως εκφραστική λειτουργία 
και στοιχείο υπαρξιακής ταυτότητας. 
Σου ανοίγει, επίσης, η μυθιστορία του Ευχέτη, 
με την πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα πλοκή, 
τα κρίσιμα ερωτήματα αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου, 
μέσα στο χρόνο,ανάμεσα στα γεγονότα, 
απέναντι στα καίρια υπαρξιακά και πολιτικά γεγονότα». 

Κώστας Σκανδαλίδης:
 Ξαφνιάστηκα για τον τρόπο και το λόγο που επιλέγει ο συγγραφέας 
για να παρουσιάσει τη διαδρομή του. Η σύγκρουση των δύο κόσμων 
μέσα από το διάλογο του ποιητή και του δημοσιογράφου, 
έρχεται στο ακραίο όριο της ωριμότητας αυτής της διαδρομής 
για τον Γιώργο Δουατζή. Ο διάλογος αυτός γίνεται με τη φυσική φορά των πραγμάτων. 
Είναι επιστροφή. Νομίζω πως όλοι επιστρέφουμε. 
Αν έχει μείνει κάτι από το απόθεμα 
που παραμένει ανεκτίμητο, που δεν έχει εμπορευματοποιηθεί, 
δεν έχει πουληθεί στους συμβιβασμούς της πραγματικής ζωής, όλοι γυρίζουμε εκεί. 
Στη ρίζα, στην παλιά λεπτομέρεια που μπορεί πάντα να σκαλίσει μια καινούργια ομορφιά. 
Νομίζω ότι αυτή η επιστροφή δείχνει ένα πράγμα. Το απόθεμα άντεξε στο χρόνο. 
Το άμεσο, το ευθύ, το ακατέργαστο επέζησε απέναντι στο έλλογο, 
στο πλάγιο, στο επεξεργασμένο. 
Η επιστροφή γίνεται σημειολογικά. …
Γνώρισα το Δουατζή  στα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα, νεαρό δημοσιογράφο που αναζητούσε την πορεία του 
αλλά που τότε ο ποιητής ήταν ο κυρίαρχος στον κόσμο της ψυχής του. 
Τον συνάντησα σε πάρα πολλές διαδρομές, αλλά σήμερα ένιωσα ότι έκανα 
μια πραγματική συνάντηση μαζί του μετά πολλά χρόνια. 
Άφησε στο κελάρι της ψυχής του, στο απόθεμά του αξίες, 
που ακόμα τον οδηγούν και γι αυτό είναι άξιος επαίνων.
Ο τίτλος του βιβλίου μοιάζει με την κραυγή μιας απεγνωσμένης προσπάθειας της εποχής μας. «Μη φεύγετε κύριε Ευχέτη». Κάτι να μείνει στα μάτια της ψυχής μας, 
που να μην έχει προσκυνήσει, να μην έχει βολευτεί, να μην έχει συμβιβαστεί.
Διάβασα αυτή τη συναρπαστική διαδρομή σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση 
με λόγο γρήγορο και αιχμηρό, με μορφή πολλαπλών κατόπτρων, 
με απεικόνιση του εσώτερου κόσμου, 
με αστραπές στη γαλήνη και βροντές στη νηνεμία. 
Ευχαριστώ πολύ για αυτή την πραγματική συνάντηση».

Απόστολος Μπενάτσης (επικ. καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων):
 «Στο έργο εμπεριέχεται το στοιχείο του απροσδόκητου και του ευρηματικού. Όταν ο ιστορικός του μέλλοντος θα ανατρέξει σε μια σε μια παλιά εποχή, στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, θα πληροφορηθεί ότι κάποιοι κριτικοί επέμεναν πώς μια νέα μεθοδολογική και συγγραφική πρόταση εμφανίστηκε στο χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας με το έργο του Γιώργου Δουατζή «Μη φεύγετε, κύριε Ευχέτη». Νομίζουμε ότι το έργο ικανοποιεί τις προσδοκίες του αναγνώστη και ταυτόχρονα θα αποτελέσει αφετηρία διαλόγου 
για τον ρόλο της λογοτεχνίας στον σύγχρονο κόσμο.
Στοιχείο του έργου είναι η πολλαπλότητα των οπτικών γωνιών. Τα πράγματα, ο λόγος των ηρώων, δεν έχουν μια όψη μόνον. Ο χρόνος δεν έχει μία διάσταση, οι ανθρώπινες σχέσεις ποικίλλουν, το θετικό συνυπάρχει με το αρνητικό και επομένως η αλήθεια δεν είναι δεδομένη. Ο μυθιστορηματικός κόσμος συνεχώς δομείται και αναδομείται. Αυτό το παιχνίδισμα της συναισθηματικής μάζας είναι το γνώρισμα που δίνει στο έργο του Δουατζή την αισθαντικότητα ενός πολυεπίπεδου αφηγήματος. Το εύρος της θεματικής του είναι τεράστιο. 
Ο «Ευχέτης» έχει τελικά όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να παραπέμψουν σε ένα θεατρικό κείμενο. Τα ένθετα, οι σχολιασμοί και οι κώδικες του κειμένου θα μπορούσαν να λειτουργήσουν και πάνω στη σκηνή. …Το ωμό υλικό της πραγματικότητας γίνεται τέχνη. Το μυθιστόρημα αυτό είναι ένα απολαυστικό κείμενο με αλλεπάλληλες προτάσεις, με διαπλοκή ηρώων και προβολή ενός κόσμου καθημερινού, αλλά μη ορατού σε όλους μας».

Νίκος Κουτσιανάς (διευθύνων σύμβουλος «Apivita»):
 «Από τα βασικά πράγματα που κατά τη γνώμη μου δικαιολογούν την ύπαρξη αυτού του βιβλίου, είναι ότι στις σελίδες του, ο αναγνώστης θα βρει πολλές φορές τον εαυτό του. Βρήκα τις κρυμμένες παιδικές ευαισθησίες μου, τις σκέψεις μου για την επιβίωση στη ζούγκλα της καθημερινότητας. Ταυτίστηκα συχνά και με την αίσθηση πρόσληψης των ηρώων του βιβλίου, σε περιγραφές καταστάσεων και αισθημάτων.  Και με έκπληξη ανακάλυψα ότι συμπίπτω με τον Ευχέτη κυρίως, σε  αρχές και αξίες ζωής. Πιστεύω ότι ο Δουατζής οικοδομεί, στηρίζει και υποστηρίζει ένα σύστημα αξιών, εφικτό για το μέσο άνθρωπο. 
Με πρωταρχικό μέλημα το δόσιμο στους άλλους. 
Με κέρδισε αυτό το βιβλίο για αρκετούς λόγους. Ένιωσα πως δεν είμαι μόνος, αλλά έχω συνοδοιπόρους στις αναζητήσεις μου. Με βοήθησε να κάνω πιο συγκεκριμένες κάποιες σκέψεις. Με έκανε να δω με άλλη ματιά ορισμένα πράγματα. Με κέντρισε σε φιλοσοφικό επίπεδο να ανοιχτώ σε νέους ορίζοντες. Και αυτό είναι ένα όμορφο στοιχείο στα κείμενα του Δουατζή. Σου λέει: Να οι σκέψεις μου, να ο μόχθος μου, δεν διεκδικώ καμία αλήθεια μου ως μοναδική, πάρε ό,τι θέλεις και δούλεψέ το στα δικά σου μέτρα Το βιβλίο αυτό, είναι πολυδιάστατο. Κατά τη γνώμη μου δεν είναι ένα απλό έργο λογοτεχνίας, αλλά έργο πολλαπλής δυναμικής. Είναι ένα μυθιστόρημα, με έντονο ποιητικό λόγο, 
που προκαλεί σε μεγάλα ταξίδια του νου».

Στη διάρκεια της παρουσίασης την οποία συντόνισε ο δημοσιογράφος Κώστας Αρβανίτης, αποσπάσματα του έργου διάβασε ο ηθοποιός Άγγελος Αντωνόπουλος. 

Παρουσιάστηκε επίσης σε πρώτη εκτέλεση το έργο της Κατερίνας Καραμεσίνη «Κόκκινα παπούτσια» σε στίχους του Γιώργου Δουατζή. 
Τραγούδησε η σοπράνο Αγάπη Παπαμήτσου και έπαιξαν πιάνο ο Τίτος Γουβέλης 
και βιολοντσέλο ο Στέλιος Ταχιάτης.

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ


Ουρανέ ολόκληρε ανοίγει το άνθος

της φωνής μου ψηλά

έφυγαν όλα τα πουλιά μου τον χειμώνα

δεν προσμένω σ’ αυτούς τους τόπους ελευθερώνω

αγγίζοντας έρημος το γερασμένο τοίχο της βροχής

κι όπως έρχεται απ’ την αύριο

με το φάσμα του τρόμου διασταυρώνομαι πάλι.

Λεν είναι, πια η Άνοιξη

δεν είναι καλοκαίρι μα εγώ

ας ανοίξω το βήμα κ’ εδώ λησμονημένος

να δείξω την αιωνιότητα.

Έχω άλλωστε τα φτερά ταξιδεύω

πάνω απ’ τα γλυκύτερα

βάσανα του καλοκαιριού την ομορφιά του έαρος.

Ακούω τους ήχους των τύμπανων σου Μελλοντικέ

όμως λυτρώσου από μας

πίσω δεν πάει ο καιρός μονάχα σέβεται

το κορμί με τ’ άνθη του

ιδού λοιπόν γιατί το συντρίβει.

Λησμόνησε μας.

Ακούω τη χαρά σου πολιτεία του θεού υπάρχεις

αλήθεια και δρόμος αργυρόχρωμα

κλαδιά κάτω απ’ τη σελήνη

η μυρωμένη η πορτοκαλιά το ρόδι

ευτυχισμένο λάλημα του πετεινού.

Όταν λαλεί ο πετεινός πώς σχίζει την καρδιά μου

τι ερημιά διαλαλεί στο σάπιο μεσημέρι.

Από χειμώνα σε αισθάνομαι πολιτεία του έρωτα

ο ήλιος ανατέλλει και τους πεθαμένους ίσκιους

ένα φως πανάρχαιο σάβανο τυλίγει δένοντας

σε λάμψεις τη μουσική μου.

Μεγάλη η νύχτα κ’ η ποίηση

τόσο χαμηλή για τους αναγκασμένους.

Χιλιάδες πόλεμοι συμβαίνουν στο κορμί μου.

Πού είναι τα χρόνια των υακίνθων…

Ο ήλιος σου μάτωνε τα γόνατα κ’ οι άνθρωποι

φαίνονταν ευεξήγητοι

σαν τα φυτά τη βροχή τον ουρανό!

Και τώρα να η μοίρα σου

στην πόλη μέσα τη φρικτή

μ’ ενάντιο σπίτι εναντίον άνεμο.

Έρημος τώρα ο βράχος της αγάπης —

μη με λησμονήσεις

πάνω του στα βραδινά πετρώματα

με το φεγγάρι καθαρό πουκάμισο.

Μη με λησμονήσεις βαθύτατε αέρα.

Τη νύχτ’ αναστενάζουμε.

Γλυκύτατη σελήνη φωτίζει τα πεύκα μου

έχει περάσει πια το μεσονύχτι

κ’ εγώ στρέφομαι στην πικρή κλίνη

είμ’ ένας έρημος με δάφνες ένας μοναχικός

που χάθηκε στους κρυστάλλινους μακρινούς ήχους.

Της καρδιάς μου τα πικρά και μαύρα φύλλα

πνοή που να ‘βγει απ’ τον ευλογημένο εντός μου

δεν τα κίνησε. Τώρα σε δίνες

έχω χαθεί κάποτε υπήρξα.

ο άγγελος των ορατών όπως αγάπησε βαθιά.

Σε ακούω Εκτυφλωτικέ —

πώς έρχεται η φωνή σου απ’ τον ύπαιθρο

ήχοι μου ταπεινοί πλαγιαύλων

υπάρχω κι ακούω το ελεγείο.

Εγώ τότε τραγουδούσα:

Έρωτα με κατοίκησες πολύ

φύγε απ αυτό το σπίτι.

Δεν έχει ούτ’ ένα παράθυρο να βγει.

στα δέντρα η ερημιά μου

σκόνες μονάχα και σύνεργα της ψυχής.

Οι άγιες εικόνες δεν υπάρχουν

έρωτα μη σημαίνεις-πια.

Πρέπει ν’ αρχίσω απ’ τη λησμονιά.

Μη δείχνεις — είμαι ο ανώφελος το ξέρω

σώμα για θάνατο και θάνατο

που ελπίζει σ’ ένα φύλλο δέντρου.

Η φωνή μου λυγίζει.

Αλλά δεν παραδίδομαι αντίκρυ

σ’ αυτή τη δύση τρομαγμένος

εγώ με όλο το αίμα μου

έτσι όπως πόνεσα στους δρόμους ατελείωτα

με τόσο σπαραγμό στα σύνορα μου.

Ο ουρανός είναι στον βαθυκύανο χειμώνα.

Το φως φωνάζει με τον κεραυνό.

Να με σώσουν τα όνειρα ή να με συντρίψουν

— ένα τ’ ονομάζω.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ