Τρίτη 29 Ιουλίου 2008

Για τον Ηρακλή...

BEE.. HAPPY !
Οπως η μέλισσα γύρω από ένα άγριο λουλούδι,
όμοια κ' εγώ.

Τριγυρίζω διαρκώς γύρω απ' τη λέξη.

Ευχαριστώ τις μακριές σειρές
των προγόνων,
που δούλεψαν τη φωνή,
την τεμαχίσαν σε κρίκους,
την κάμαν
νοήματα, τη σφυρηλάτησαν
όπως
το χρυσάφι οι μεταλλουργοί
κ' έγινε
Ομηροι, Αισχύλοι,
Ευαγγέλια
κι' άλλα κοσμήματα.

Με το νήμα των λέξεων,
αυτόν το χρυσό
του χρυσού,
που βγαίνει απ' τα βάθη
της καρδιάς μου,
συνδέομαι·
συμμετέχω στον κόσμο.
Σκεφτείτε:

Είπα και έγραψα, «Αγαπώ».

ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ




Δευτέρα 21 Ιουλίου 2008

Μ'ΑΚΟΥΣ ???

-
Ετσι μιλώ για σένα και για μένα
Eπειδή σ' αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Nα μπαίνω σαν Πανσέληνος
Aπό παντού, για το μικρό το πόδι σου μέσ' στ' αχανή
σεντόνια
Nα μαδάω γιασεμιά - κι έχω τη δύναμη
Aποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Mέσ' από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας
στοές
Yπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Aκουστά σ' έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το "τί" και το "έ"
Tριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τ' αστεράκι
και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Tο βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Tα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά
που μεγαλώνει
Tο γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Eπειδή σ' αγαπώ και σ' αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει:
Tόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Tόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Tριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Kαμάρα τ' ουρανού με τ' άστρα
Tόσο η ελάχιστή σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Mέσ' στους τέσσερεις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Nα φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Nα μυρίζω από σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι

Eπειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
Δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ' ακούς
Eίναι νωρίς ακόμη μέσ' στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Nα μιλώ για σένα και για μένα.


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ (Απόσπασμα από το ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ)

Μ'ΑΚΟΥΣ ?

Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
Με σοφές παραμάνες και μ' αντάρτες απόμαχους
Από τι να 'ναι που έχεις τη θλίψη του αγριμιού
Την ανταύγεια στο πρόσωπο του νερού του τρεμάμενου
Και γιατί, λέει, να μέλλει κοντά σου να 'ρθω
Που δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό

Και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι
Στα μέρη τ' αψηλά της Κρήτης τίποτα
Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι

Πιο δω, πιο κει, προσεχτικά σ' όλο το γύρο
Του γιαλού του προσώπου, τους κόλπους, τα μαλλιά
Στο λόφο κυματίζοντας αριστερά

Το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνιας και του διάφανου Βυθού,
μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό
Τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο
Μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς
Ψηλά στο δώμα ή πίσω στις πλάκες της αυλής
Με τ' άλογο του Αγίου και το αυγό της Ανάστασης

Σαν από μια τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σε θέλησε η μικρή ζωή
Να χωράς στο κεράκι τη στεντόρεια λάμψη την ηφαιστειακή
Που κανείς να μην έχει δει και ακούσει
Τίποτα μες στις ερημιές τα ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στον αυλόγυρο
Για σένα ούτε η γερόντισσα μ' όλα της τα βοτάνια

Για σένα μόνο εγώ, μπορεί και η μουσική
Που διώχνω μέσα μου αλλ' αυτή γυρίζει δυνατότερη
Για σένα το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Το στραμμένο στο μέλλον με τον κρατήρα κόκκινο
Για σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
Και να το χώμα, να τα περιστέρια, να η αρχαία μας γη.

Ο.ΕΛΥΤΗΣ (Απόσπασμα από το ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ)

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2008

ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Τον ξεχώρισα μόλις τον είδα, ήμουνα τακτική στα κηρύγματά του,
πούλησα κι ένα κτηματάκι της θείας μου για να τον ακολουθήσω.

Όμως όταν πια όλα τα ξόδεψα, αποφάσισα να πουλήσω και το κορμί μου,

στην αρχή στους ανθρώπους των καραβανιών, κατόπι στους τελώνες∙
κοιμήθηκα με σκληροτράχηλους Ρωμαίους
κι οι Φαρισαίοι δε μου είναι άγνωστοι.

Κι όμως μέσα σ' αυτά δεν ξεχνούσα τα μάτια του.

Μήνες για χάρη του έτρεχα απ' το Ναό στο λιμάνι

κι απ' την πόλη στο Όρος των Ελαιών.
Κύριε μυροπώλη, κάντε μου, σας παρακαλώ, μια μικρή έκπτωση.

Για ένα βάζο αλάβαστρου δε φτάνουν οι οικονομίες μου.
Κι όμως πρέπει να αποχτήσω αυτό το μύρο με τα σαράντα αρώματα.

Μ' αυτό το μύρο θ' αλείψω τα πόδια του,
μ' αυτά τα μαλλιά
θα σφουγγίσω τα πόδια του,
μ' αυτά τα χείλη, τα πόδια του
τα εξαίσια κι άχραντα θα φιλήσω.

Ξέρω, είναι πολύ αυτό το μύρο για τη μετάνοια,

ωστόσο για τον έρωτα είναι λίγο.

Κι αν μια μέρα ασπαστώ το χριστιανισμό, θα είναι για την αγάπη του∙

κι αν μαρτυρήσω γι' Αυτόν, θα 'ναι η αγάπη του που θα μ' εμπνέει.

Γιατί, κύριε, ο έρωτας μού ανάβει την πίστη κι η αγάπη τη μετάνοια

κι ίσως μείνει αιώνια τ' όνομά μου σα σύμβολο
εκείνων
που σώθηκαν και λυτρώθηκαν «ότι ηγάπησαν πολύ».

ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ


Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008

ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΙ


Πληρώνοντας όσα όσα.
Να προσπαθήσει πάλι να ταξιδέψει.

Μ' αυτό ή τ' άλλο ζωγραφισμένο καράβι.
ΠΑΝΟΣ ΘΑΣΙΤΗΣ

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2008

ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΟΠΩΣ ΕΜΕΙΣ ΞΕΡΟΥΜΕ


Πόσο δύσκολο έγινε να μιλήσεις
καθώς τα μάτια σε ερευνάνε
περιμένουνε ν' αδράξουν τις λέξεις σαν πουλιά στα δίχτυα,
μια ζεστή χειρονομία ζητάνε να σκοτώσουν,
γιατί ποιος θα πιστέψει
πως τα χέρια ζητάνε ν' αγκαλιάσουν
κι όχι να πνίξουν,
ποιος προσφέρεται να κινδυνέψει
αφήνοντας την ψυχή του σε ξένα χέρια,
και πώς να ζήσεις
με χειρονομίες ακρωτηριασμένες, ανέκφραστες,
κραυγές που δηλώνουν τον αρχέγονο πόνο,
πολιορκημένος από τις φοβισμένες ψυχές των άλλων∙

αυτή η ζωή δεν είναι για μας
δεν είναι για κανένα μας
αυτή η ευτέλεια,
θα ζήσουμε όπως εμείς ξέρουμε
κι ας φτάσουμε στην τέλεια απόγνωση
κι ας καρπωθούν ακόμα και την απελπισία μας οι άλλοι,
μέσα στη μέθη του κέρδους
δε θα υποψιαστούν την αγάπη μας,
την απέραντη χώρα που εδραιώνουμε
σταγόνα σταγόνα χύνοντας,
το αίμα μας.
ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΜΑΡΚΟΓΛΟΥ

Κυριακή 6 Ιουλίου 2008

ΓΕΓΟΝΟΤΑ


Μόνη, εντελώς μόνη,
περπατώ στο δρόμο, και πέφτω πάνω σε μεγάλα γεγονότα :
Ο ήλιος σαν επειγόντως να εκλήθη από τη Δύση
αφήνοντας ημιτελές το δειλινό...

Σε λίγο η νύχτα,
κρατώντας τους αμφορείς του μυστηρίου,
των ιδιοτήτων της επαίρετο
όταν στο ρεμβώδες μάτι της, το φεγγάρι,
ένα απρόσεχτο, λαθραίο σύννεφο, πάτησε
και την τύφλωσε.
Του ατυχήματος τούτου
επωφελήθηκε κάποιος ξένος κατάσκοπος
-το μεσονύχτιο υποπτεύονται-
το σύμπαν πυροβόλησε και το άφησε ακίνητο...
Μετά από τέτοια γεγονότα,
το γεγονός πως είμαι πάλι μόνη
παρελείφθη.

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ